Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
παλιμφρασία
Greek Monolingual
η ιατρ. η συνεχής και ακούσια επανάληψη όχι μόνο της ίδιας λέξης ή φράσης αλλά και της ίδιας ομοιοκαταληξίας ή του ίδιου στίχου. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. palimphrasie (<πάλιν+φράση)].