Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
παρτιτούρα
Greek Monolingual
η η καταγραφή, σε χειρόγραφη ή τυπωμένη μορφή, ενός μουσικού έργου. [ΕΤΥΜΟΛ.< ιταλ. partitura<partito μτχ. του ρ. partire «μοιράζω, φεύγω» < λατ. partio «μοιράζω»].