πλαταγών
English (LSJ)
ῶνος, ἡ,πλαταγή, Sch.Theoc.11.57.
German (Pape)
[Seite 626] ἡ, die Klapper? auch = πλαταγώνιον, Schol. Theocr. 11, 57.
Greek (Liddell-Scott)
πλᾰτᾰγών: -ῶνος, ἡ, = πλαταγή, Σχόλ. εἰς Θεόκρ. 3. 29· πρβλ. πλαταγώνιον.
Greek Monolingual
-ῶνος, ἡ, Α
η πλαταγή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλαταγή + επίθημα -ων, -ῶνος (πρβλ. καμπαγ-ών: κάμπαγος)].