hyper-Doric for σκληρός, Ti.Locr. 104c.
σκλᾱρός: дор. = σκληρός.
σκλαρός: σκληρός, Τίμ. Λοκρ. 104 C, ἔκδ. Stallb.
-ή, -όν, Αβλ. σκληρός.