σφαιροκρύσταλλοι

Greek Monolingual

οι, Ν
βοτ. σφαιροειδή στρώματα από βελονοειδείς κρυστάλλους ακτινοειδώς διατεταγμένους, τα οποία απαντούν στα φυτικά κύτταρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. sphaerocrystal (< σφαίρα + κρύσταλλος)].