σωματοστατίνη

Greek Monolingual

η, Ν
(βιοχ.) ορμονικό πολυπεπτίδιο με 14-28 αμινοξέα, το οποίο αναστέλλει την έκκριση της σωματοτροπίνης και της θυρεοτροπίνης, καθώς και της ινσουλίνης και της γλυκαγόνης.