aor. part. of τίκτω.
οῦσα, όν :part. ao.2 de τίκτω.
τεκών: οῦσα, όν part. aor. 2 к τίκτω.
τεκών: μετοχ. ἀορ. β΄ τοῦ τίκτω.
τεκών: μτχ. αορ. βʹ του τίκτω.