Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
τοπομετεωρολογία
Greek Monolingual
η, Ν (μετεωρ.) η μελέτη τών τοπικών μετεωρολογικών συνθηκών, όπως είναι οι τοπικές καταιγίδες, η θαλάσσια και η απόγεια αύρα, οι τοπικοί άνεμοι κ.ά., σε μια περιορισμένη σχετικά περιοχή.