Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
υδροσυλλέκτης
Greek Monolingual
ο, Ν τμήμα της ατμομηχανής, όπου συγκεντρώνονται τα σταγονίδια νερού τα οποία αναπτύσσονται μέσα στους ατμοκυλίνδρους ή στους ατμαγωγούς σωλήνες. [ΕΤΥΜΟΛ.<υδρ(ο)- +συλλέκτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στον Σ. Κριτσελή].