υποφθαδόν

Greek Monolingual

Α
επίρρ. εκ τών προτέρων, προηγουμένως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + φθάνω + επιρρμ. κατάλ. -δον (πρβλ. παρα-φθα-δόν)].