Αεπίρρ. φιλοτίμως.[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του επιρρ. φιλοτίμως, πιθ. μέσω ενός αμάρτυρου επιθ. φιλοτίμιος (< φιλ(ο)- + τίμιος)].