φράστης
English (LSJ)
φράστου, ὁ, = Lat. eloquens, Glossaria.
German (Pape)
[Seite 1303] ὁ, = Vorigem (?).
Greek (Liddell-Scott)
φράστης: ὁ, = τῷ προηγ. ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 427.
φράστου, ὁ, = Lat. eloquens, Glossaria.
[Seite 1303] ὁ, = Vorigem (?).
φράστης: ὁ, = τῷ προηγ. ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 427.