φρατριαστής

English (LSJ)

φρατριαστοῦ, ὁ, = Lat. curialis, D.H.4.43.

German (Pape)

[Seite 1303] ὁ, = φράτωρ, D. Hal. 4, 43, curialis.

Greek (Liddell-Scott)

φρᾱτριαστής: οῦ, ὁ, = φράτηρ, Διον. Ἁλ. 4. 43.

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ
βλ. φατριαστής.