τό, festoon, LXX 2 Ch.3.5,16; chain as ornament, PSI2.183.6 (v A. D.).
χᾰλαστόν: τό, ἅλυσις, Ἑβδ. (Β΄ Παραλ. Γ΄, 5 καὶ 16).
τὸ, Μ χαλῶη αλυσίδα.