Ep. dat. of ἀγέλη, Il.2.480.
ἀγέλῃφι v. ἀγέλη.
dat. sg. épq. de ἀγέλη.
ἀγέληφι: эп. dat. sing. к ἀγέλη.
ἀγέληφι: Ἐπ. δοτ. τοῦ ἀγέλη, Ἰλ. Β, 480.
ἀγέληφι: Επικ. δοτ. του ἀγέλη, σε Ομήρ. Ιλ.