ἀμφίκοιτος

English (LSJ)

ὁ τάπης, coverlet, Suid.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ colcha Sud.

German (Pape)

[Seite 140] das Lager umgebend, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφίκοιτος: τάπης, ὁ τὴν κοίτην περιβάλλων, σκέπασμα τῆς κλίνης, ἐφάπλωμα, Σουΐδ.