ἀμφωλένιον

English (LSJ)

τό, (ὠλένη) bracelet, Aristaenet.1.25.

Spanish (DGE)

-ου, τό brazalete Aristaenet.1.25.8.

German (Pape)

[Seite 146] τό (ὠλένη), Armband, Aristaen. 1, 25.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφωλένιον: τό, (ὠλένη) = ψέλλιον, περιβραχιόνιον, «βραχιόλι» Ἀρισταίν. 1.25.