ἀπαραμιγής

English (LSJ)

ἀπαραμιγές, unmixed, Sch.Od.2.341.

Spanish (DGE)

-ές no mezclado θεῖον Sch.Od.2.341.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπαραμῐγής: -ές, ὁ μὴ μεμιγμένος, ἄμικτος, Σχόλ. εἰς Ὀδ. Β. 341.