ἀσινότης

English (LSJ)

-ητος, ἡ, innocence, Eun.VS480B.

Spanish (DGE)

-ητος, ἡ inocencia περὶ θεουργίας Eun.VS 480 (cód.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀσινότης: -ητος, ἡ, ἀθῳότης, Εὐνάπ. σ. 62.