ἀστραπόπληκτος

English (LSJ)

ἀστραπόπληκτον, lightning-stricken, v.l. for ἀστερόπληκτος in Seneca QN1.15.

German (Pape)

[Seite 377] von Blitz getroffen, Seneca Q. N. 1, 15.

Greek (Liddell-Scott)

ἀστρᾰπόπληκτος: -ον, ὁ ὑπὸ ἀστραπῆς πληγείς, κεραυνόπληκτος, Σενέκας Quaest, Nat. 1.15.

Russian (Dvoretsky)

ἀστρᾰπόπληκτος: пораженный молнией Sen.