Ἀπία

English (LSJ)

γῆ, v. sub ἄπιος (B).

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 v. Ἄπιος.
2 Ἀπίας πεδίον llanura de Apia en el interior de Misia (noroeste de Turquía), Plb.5.77.9, Str.13.1.70.

Greek (Liddell-Scott)

Ἀπία: γῆ, ἴδε ἐν λ. ἄπιος.

Greek Monolingual

Ἀπία (ενν. γη), η (Α)
βλ. άπιος.