ἐγκαλυπτήρια
English (LSJ)
τά, veiling-feast, opp. ἀνακαλυπτήρια, Philostr. VS2.25.4.
Spanish (DGE)
-ων, τά
hecho de velar, ocultación del rostro de la novia, irón. por ser muy fea, op. ἀνακαλυπτήρια Philostr.VS 611.
German (Pape)
[Seite 704] τά, Verhüllungsfeier, bei Philostr. V. Sophist. 2, 25, 4 komisch für ἀνακαλυπτήρια, w. m. s.
Greek (Liddell-Scott)
ἐγκᾰλυπτήρια: τά, ἑορτὴ περικαλύψεως, ἀντίθετον τῷ ἀνακαλυπτήρια, Φιλόστρ. 611.