Ion. for ἐκπράσσω.
[Seite 776] ion. = ἐκπράσσω, w. m. s.
ion. c. ἐκπράσσω.
ἐκπρήσσω: ион. = ἐκπράσσω.
ἐκπρήσσω: Ἰων. ἀντὶ ἐκπράσσω.
βλ. εκπράσσω.
ἐκπρήσσω: Ιων. αντί ἐκπράσσω.