ἐκφαντορία

English (LSJ)

ἡ, revealing of secret things, Suid.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 aparición de seres divinos, Dion.Ar.CH 2.2
manifestación, iluminación, revelación mística, de la divinidad διὰ τῶν ἀνομοίων ἀναπλάσεων Dion.Ar.CH 2.3, cf. Sud.
2 elucidación, aclaración en sent. místico τῶν ὑπερκοσμίων αὐτῶν διακοσμήσεων de las jerarquías angélicas, Dion.Ar.CH 5, cf. DN 2.2, Anecd.Ludw.208.16.

German (Pape)

[Seite 784] ἡ, Offenbarung, Erklärung, Dion. Areop.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκφαντορία: ἡ, φανέρωσις μυστικῶν πραγμάτων, Γαλην., Διονύσ. Ἀρεοπ. 137C, 201A, κλ.: πρβλ. ἔκφανσις, διασάφησις.