ἐξαναφορά

English (LSJ)

ἡ, recovery, Phld.D.3Fr.43.

Spanish (DGE)

-ᾶς, ἡ
dud. restablecimiento, recuperación s. cont. Phld.D.3.fr.43.

Greek Monolingual

ἐξαναφορά, η (Α) εξαναφέρω
ανάκτηση δυνάμεων.