ἐπιναυμαχία

English (LSJ)

ἡ, battle beside the ships, Ps.-Plu.Vit.Hom.192 (pl.).

Russian (Dvoretsky)

ἐπιναυμᾰχία:морское сражение Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιναυμαχία: ἡ, ἡ ἐπὶ ναυσὶ μάχη, μάχη παρὰ τὰς ναῦς, Ψευδο-Πλουτ. Βίος Ὁμ. 387.

Greek Monolingual

ἐπιναυμαχία, ἡ (Α)
μάχη κοντά στα πλοία.