ἑπτάμυχος

English (LSJ)

ἑπτάμυχον, with seven recesses, σπέος Call.Del.65: title of work by Pherecydes of Syros.

Greek (Liddell-Scott)

ἑπτάμῠχος: -ον, ἔχων ἑπτὰ μυχούς, δηλ. πολλούς, ἑπτάμυχον σπέος, «πολύμυχον» (Σχόλ.), Καλλ. εἰς Δῆλ. 65.

Greek Monolingual

ἑπτάμυχος, -ον (Α)
(για σπήλαιο) με επτά μυχούς.