ἔνθουν, contr. for ἔνθεος (q.v.).
v. ἔνθεος.
[Seite 842] zsgz. = ἔνθεος, Philo.
ἔνθους: -ουν, σηνῃρ. ἀντὶ ἔνθεος, ὃ ἴδε.
-oυv (AM ἔνθους, -ουν)συνηρ. τ. του ένθεος, συνηθέστ. στη νέα Ελληνική με τη σημ. ενθουσιασμένος, ενθουσιώδης, γεμάτος ενθουσιασμό.