ἕλιξις

English (LSJ)

ιος, ἡ,
A rolled bandage, Hp.Off.10.
2 convolution of the bowels, Aret.SA2.6.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
• Morfología: [jón. gen. -ιος Hp.Off.10]
1 medic. vendaje Hp.l.c., cf. Gal.18(2).776.
2 vuelta de un cinturón, I.AI 3.155.
3 anat. pliegue, circunvolución de los intestinos, Aret.SA 2.6.1.
4 giro, curva en la carrera, Eust.1311.10.

German (Pape)

[Seite 798] ἡ, das Winden, Umwickeln, die Windung, Hippocr. u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἕλιξις: -εως, ἡ, τὸ τύλιγμα ἐπιδέσμου, Ἱππ. περὶ Ἰητρεῖον 743. 2) συστροφὴ τῶν ἐντέρων, Ἀρετ. π. Αἰτ. Ὀξ. Παθ. 2. 6.

Greek Monolingual

ἕλιξις, η (AM)
συστροφή τών εντέρων
αρχ.
τύλιγμα του επιδέσμου.