ἡδυλογέω

English (LSJ)

speak sweet things, τινι Phryn.Com.3.4.

German (Pape)

[Seite 1153] angenehm reden, schmeicheln, τινί, Phryn. com. Ath. IV, 165 b; VLL.

Greek (Liddell-Scott)

ἡδυλογέω: λέγω λόγους γλυκεῖς καὶ ἀρέσκοντας, τινι Φρύν. Κωμ. Ἐφιάλτ. 1. 4· - ἡδυλογεῖν, τὸ φιλικῶς καὶ ἡδέως πρὸς ἀλλήλους διαλέγεσθαι, Β. Α. 41, 26.