ὁππόσος, Ep. for ὁπόσε, ὁπόσος.
[Seite 363] ep. = ὁπόσε, Od.
épq. c. ὅποι.
whithersoever, Od. 14.139†.
ὁππόσε (Α)(επικ. ποιητ. τ.) επίρρ. βλ. οπόσε.