ῥητέον

English (LSJ)

A one must say, mention, τι Pl.Lg.730c, Sph.227d; one must pronounce, Id.Cra.410c.
II ῥητέος, α, ον, to be spoken or mentioned, D.22.62, Hermog.Stat.7.

Greek (Liddell-Scott)

ῥητέον: λεκτέον, μνημονευτέον, τι Πλάτ. Νόμ. 730Β, Σοφ. 227D· πρέπει τις νὰ προφέρῃ, ὁ αὐτ. ἐν Κρατ. 410C. ΙΙ. ῥητέος, α, ον, λεκτέος, μνημονευτέος, Ἑρμογ.

Greek Monotonic

ῥητέον: ρημ. επίθ., αξιομνημόνευτο, αυτό που πρέπει να λεχθεί, αξιοσημείωτο, σε Πλάτ.

German (Pape)

Adj. verb. von ἔρω*.