ῥᾴσσων

English (LSJ)

v. ῥᾴδιος.

German (Pape)

[Seite 834] irreg. compar. zu ῥᾴδιος, = ῥᾴων, E. M. 158, 15.

Greek (Liddell-Scott)

ῥᾴσσων: ῥᾷστος, ἴδε ἐν λ. ῥᾴδιος.

Greek Monolingual

Α
ῥᾴων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ῥᾶ (Ι)].