ἀφρώδης: Difference between revisions

7
(big3_8)
(7)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ες<br /><b class="num">1</b> [[espumeante]], [[αἷμα]] Diog.Apoll.B 6, Hp.<i>Aph</i>.5.13, <i>Acut</i>.53, <i>Epid</i>.7.48, οὐρήσιες Hp.<i>Prorrh</i>.1.113, ὑμήν Hp.<i>Oss</i>.12, στόματος ἀ. πελανός E.<i>Or</i>.220, γένος ... ἐκ τῶν χυμῶν, ὀπὸς ἐπωνομάσθη Pl.<i>Ti</i>.60b, σπέρματα Corn.<i>ND</i> 24.<br /><b class="num">2</b> bot. [[viscoso]] del látex de algunas plantas, esp. de la adormidera μήκων ἀ. adormidera jugosa</i>, Suene inflala Sm.</i>, Dsc.4.66, de la χαμαισύκη Ps.Dsc.4.169.
|dgtxt=-ες<br /><b class="num">1</b> [[espumeante]], [[αἷμα]] Diog.Apoll.B 6, Hp.<i>Aph</i>.5.13, <i>Acut</i>.53, <i>Epid</i>.7.48, οὐρήσιες Hp.<i>Prorrh</i>.1.113, ὑμήν Hp.<i>Oss</i>.12, στόματος ἀ. πελανός E.<i>Or</i>.220, γένος ... ἐκ τῶν χυμῶν, ὀπὸς ἐπωνομάσθη Pl.<i>Ti</i>.60b, σπέρματα Corn.<i>ND</i> 24.<br /><b class="num">2</b> bot. [[viscoso]] del látex de algunas plantas, esp. de la adormidera μήκων ἀ. adormidera jugosa</i>, Suene inflala Sm.</i>, Dsc.4.66, de la χαμαισύκη Ps.Dsc.4.169.
}}
{{grml
|mltxt=(-ους), -ες (AM [[ἀφρώδης]], -ες)<br />αυτός που έχει αφρούς, που [[είναι]] [[γεμάτος]] από αφρούς<br /><b>νεοελλ.</b><br />«[[αφρώδης]] [[οίνος]]» ή «[[καμπανίτης]] [[οίνος]]» — [[φυσικά]] [[αεριούχος]] [[οίνος]], δηλ. εμπλουτισμένος με [[διοξείδιο]] του άνθρακα, το οποίο παράγεται [[κατά]] το [[τέλος]] της αλκοολικής ζύμωσης.
}}
}}