3,277,286
edits
(6_4) |
(19) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''καταδάνειος''': ᾰ, ον, «ὑποθηκευμένος», «καταφορτωμένος ἀπὸ δάνεια», «βουτημένος εἰς τὰ χρέη», [[οὐσία]] Διόδ. 17. 109. | |lstext='''καταδάνειος''': ᾰ, ον, «ὑποθηκευμένος», «καταφορτωμένος ἀπὸ δάνεια», «βουτημένος εἰς τὰ χρέη», [[οὐσία]] Διόδ. 17. 109. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[καταδάνειος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει επιβαρυνθεί με [[πολλά]] δάνεια («[[καταδάνειος]] [[οὐσία]]», <b>Διόδ.</b>). | |||
}} | }} |