καῦμα: Difference between revisions

1,562 bytes added ,  29 September 2017
20
(T22)
(20)
Line 27: Line 27:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=καύματος, τό ([[καίω]]), [[heat]]: of [[painful]] and [[burning]] [[heat]], Sept.; in Greek writings from [[Homer]] [[down]].)  
|txtha=καύματος, τό ([[καίω]]), [[heat]]: of [[painful]] and [[burning]] [[heat]], Sept.; in Greek writings from [[Homer]] [[down]].)  
}}
{{grml
|mltxt=και [[κάμα]] (ΑΜ καῡμα, -ατος) [[καίω]]<br /><b>1.</b> υπερβολική [[ζέστη]] λόγω [[μεγάλης]] θερμότητας του ηλίου, [[καύσωνας]] (α. «στο [[κάμα]] το μεσημερνό αχνίζουν τα χαλίκια», Γρυπ.<br />β. «κυνικά καύματα» γ. «πρὶν ἄν τὸ καῡμα παρέλθῃ», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[έγκαυμα]]<br /><b>μσν.</b><br />[[θυσία]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>μτφ.</b> [[ψυχικός]] [[πόνος]], [[καημός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>συν. στον πληθ.</b> <i>τὰ καύματα</i><br />α) το [[καλοκαίρι]], σε [[αντιδιαστολή]] με τον χειμώνα<br />β) σφοδρό [[ψύχος]]<br /><b>2.</b> η [[θερμότητα]] του πυρετού («τοῑς [[σφόδρα]] πυρέττουσιν, ἐάν τε ἕν [[ἱμάτιον]], ἐάν τε πολλὰ περιβεβλημένοι τυγχάνωσι, ταυτὸ καῡμα καὶ παραπλήσιον», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[στιγματισμός]] τών ζώων με [[κάψιμο]]<br /><b>4.</b> η [[ασβόλη]] τών θυσιών, τα αποκαΐδια που έμεναν από τη [[θυσία]] («ἐπὶ τὰ τῶν ὁρκωμοσίων καύματα [[χαμαὶ]] καθίζοντες», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>5.</b> [[ξύλο]] για [[κάψιμο]], [[καυσόξυλο]].
}}
}}