ληθαργία: Difference between revisions

23
(6_9)
(23)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ληθαργία''': ἡ, ([[λήθαργος]]) [[ὕπνος]] βαθὺς μετ’ ἀναισθησίας, Γαλην.
|lstext='''ληθαργία''': ἡ, ([[λήθαργος]]) [[ὕπνος]] βαθὺς μετ’ ἀναισθησίας, Γαλην.
}}
{{grml
|mltxt=η (Α [[ληθαργία]]) [[λήθαργος]] (Ι)]<br />[[κατάσταση]] έντονης υπνηλίας με [[θόλωση]] της συνείδησης, [[λήθαργος]], [[νάρκη]], [[βαθύς]] και [[συνεχής]] ύπνος.
}}
}}