ἀτρύπητος: Difference between revisions

6
(big3_7)
(6)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[no agujereado]], [[no perforado]] del lóbulo de la oreja καὶ μὴν οὐκ ἔχεις ... τὸ οὖς ἀτρύπητον Plu.<i>Cic</i>.26, 2.205b<br /><b class="num">•</b>ψῆφος ἀ. voto no agujereado e.d. voto de no culpabilidad</i> op. τετρυπημένα ψῆφος <i>Lindos</i> 410.3.6 (I d.C.), Fauorin.<i>de Ex</i>.21.55, Poll.8.123, Phot.s.u. τετρυπημένη ψῆφος.
|dgtxt=-ον<br />[[no agujereado]], [[no perforado]] del lóbulo de la oreja καὶ μὴν οὐκ ἔχεις ... τὸ οὖς ἀτρύπητον Plu.<i>Cic</i>.26, 2.205b<br /><b class="num">•</b>ψῆφος ἀ. voto no agujereado e.d. voto de no culpabilidad</i> op. τετρυπημένα ψῆφος <i>Lindos</i> 410.3.6 (I d.C.), Fauorin.<i>de Ex</i>.21.55, Poll.8.123, Phot.s.u. τετρυπημένη ψῆφος.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἀτρύπητος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που δεν έχει τρυπηθεί ή αυτός που δεν έχει [[τρύπα]], [[αδιάτρητος]]<br /><b>2.</b> αυτός που δεν επιδέχεται [[τρύπημα]].
}}
}}