ἔταλον: Difference between revisions

14
(6_21)
(14)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἔταλον''': τὸ, ἐνιαύσιον, ἀρνηάδων ἔταλα Ἐπιγραφ. Αἰολ. Hoffmann GD. II, σ. 10, ἀριθμ. 155α18, κτλ.
|lstext='''ἔταλον''': τὸ, ἐνιαύσιον, ἀρνηάδων ἔταλα Ἐπιγραφ. Αἰολ. Hoffmann GD. II, σ. 10, ἀριθμ. 155α18, κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἔταλον]], τὸ (Α)<br />ετήσιο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράγ. του [[έτος]]. Παράλληλος [[τύπος]] <i>έτελον</i>, εν αντιθέσει [[προς]] το <i>τέλειον</i> «ενήλικο ζώο». Για τη [[μεταβολή]] του θ. [[έτος]], [[έταλον]] / <i>έτελον</i>, <b>[[πρβλ]].</b> [[νέφος]], [[νεφέλη]], [[άγκος]], [[αγκάλη]]. Με [[μεταβολή]] <i>λ</i>:<i>ν</i> το θ. εμφανίζεται στο αρχ. ελλ. [[επηετανός]] «[[ετήσιος]]». Στις γερμ. γλώσσες απαντά αντίστοιχο θ. με [[μεταβολή]] <i>l</i>:<i>r</i><br />γοτθ. <i>wi?rus</i> «[[αρνάκι]] (ενός έτους)», νέο άνω γερμ. <i>widder</i> «[[κριός]]»].
}}
}}