3,276,901
edits
(6_10) |
(16) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ζῠγικός''': -ή, -όν, (ζυγὸς) ἀνήκων εἰς ζυγὸν (ζυγαριάν), Θεολ. Ἀριθμ. σ. 29. | |lstext='''ζῠγικός''': -ή, -όν, (ζυγὸς) ἀνήκων εἰς ζυγὸν (ζυγαριάν), Θεολ. Ἀριθμ. σ. 29. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ζυγικός]], -ή, -όν (Α) [[ζυγόν]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον [[ζυγό]], στη [[ζυγαριά]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ζυγικά</i><br />η [[τέχνη]] ζυγίσματος τών σωμάτων. | |||
}} | }} |