κινναμολόγος: Difference between revisions

20
(6_15)
(20)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κιννᾰμολόγος''': ὁ, ὁ συλλέγων [[κιννάμωμον]], [[ὄνομα]] Ἰνδικοῦ τινος πτηνοῦ, περὶ οὗ λέγεται ὅτι κτίζει τὴν φωλεάν του συλλέγον κλαδίσκους κινναμώμου, cinnamologos παρὰ Πλιν. 10. 50· καλεῖται δὲ καὶ [[κιννάμωμον]] (ὃ ἴδε), πρβλ. Ἡρόδ. 3. 111.
|lstext='''κιννᾰμολόγος''': ὁ, ὁ συλλέγων [[κιννάμωμον]], [[ὄνομα]] Ἰνδικοῦ τινος πτηνοῦ, περὶ οὗ λέγεται ὅτι κτίζει τὴν φωλεάν του συλλέγον κλαδίσκους κινναμώμου, cinnamologos παρὰ Πλιν. 10. 50· καλεῖται δὲ καὶ [[κιννάμωμον]] (ὃ ἴδε), πρβλ. Ἡρόδ. 3. 111.
}}
{{grml
|mltxt=[[κινναμολόγος]], ὁ (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που μαζεύει [[κιννάμωμο]]<br /><b>2.</b> το μυθικό [[ινδικό]] [[πτηνό]] [[κιννάμωμο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κίνναμον]] <span style="color: red;">+</span> [[λόγος]] (<span style="color: red;"><</span> [[λόγος]] <span style="color: red;"><</span> [[λέγω]])].
}}
}}