κισσοδέτας: Difference between revisions

20
(6_19)
(20)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κισσοδέτᾱς''': -ου, ὁ, Δωρ. ἀντὶ τοῦ -[[δέτης]], (δέω), ἐστεμμένος μὲ κισσόν, Πινδ. Ἀποσπ. 45. 9, πρβλ. [[κηροδέτης]].
|lstext='''κισσοδέτᾱς''': -ου, ὁ, Δωρ. ἀντὶ τοῦ -[[δέτης]], (δέω), ἐστεμμένος μὲ κισσόν, Πινδ. Ἀποσπ. 45. 9, πρβλ. [[κηροδέτης]].
}}
{{grml
|mltxt=[[κισσοδέτας]], ὁ (Α)<br />(<b>δωρ. τ.</b>) [[στεφανωμένος]] με κισσό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κισσός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δέτας</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>δέω</i> «[[δένω]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>κηπο</i>-<i>δέτας</i>].
}}
}}