κυριολογικός: Difference between revisions

22
(6_11)
(22)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''κυριολογικός''': -ή, -όν, ὁ [[μετὰ]] κυριολεξίας, [[κάθοδος]]... κυριολογικὴ παρὰ Κλήμ. Ἀλ. 657, ἐπὶ τῶν ἱερογλυφικῶν ἐκείνων ὅσα συνίστανται εἰς ἁπλᾶς εἰκόνας τῶν νοουμένων πραγμάτων, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[συμβολικός]].
|lstext='''κυριολογικός''': -ή, -όν, ὁ [[μετὰ]] κυριολεξίας, [[κάθοδος]]... κυριολογικὴ παρὰ Κλήμ. Ἀλ. 657, ἐπὶ τῶν ἱερογλυφικῶν ἐκείνων ὅσα συνίστανται εἰς ἁπλᾶς εἰκόνας τῶν νοουμένων πραγμάτων, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[συμβολικός]].
}}
{{grml
|mltxt=[[κυριολογικός]], -ή, -όν (Α) [[κυριολογία]]<br />αυτός που εκφράζει [[κάτι]] [[καθαρά]] και με [[ακρίβεια]], αυτός που ακριβολογεί.
}}
}}