3,277,300
edits
(6_18) |
(23) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ληκύθειος''': -ον, πομπώδης, ἔχων βόμβον τραγικόν, [[ληκύθειος]] [[Μοῦσα]], δηλ. ἡ Τραγῳδία, Καλλ. Ἀποσπ. 319· πρβλ. [[λήκυθος]] Ι. 2. | |lstext='''ληκύθειος''': -ον, πομπώδης, ἔχων βόμβον τραγικόν, [[ληκύθειος]] [[Μοῦσα]], δηλ. ἡ Τραγῳδία, Καλλ. Ἀποσπ. 319· πρβλ. [[λήκυθος]] Ι. 2. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ληκήθειος, -ον (Α) [[λήκυθος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε λήκυθο<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ληκύθειος]] Μοῡσα» — η [[τραγωδία]]. | |||
}} | }} |