ὀδοντόσμηγμα: Difference between revisions

28
(6_21)
(28)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀδοντόσμηγμα''': τό, [[κόνις]] πρὸς κάθαρσιν τῶν ὀδόντων, Γλωσσ.˙ ὀδοντότριμμα, τό, Κραμήρου Ἀνέκδ. Παρισ. 1. 394.
|lstext='''ὀδοντόσμηγμα''': τό, [[κόνις]] πρὸς κάθαρσιν τῶν ὀδόντων, Γλωσσ.˙ ὀδοντότριμμα, τό, Κραμήρου Ἀνέκδ. Παρισ. 1. 394.
}}
{{grml
|mltxt=το (Μ [[ὀδοντόσμηγμα]])<br />[[σκόνη]] που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό τών δοντιών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀδούς]], <i>ὀδόντος</i> <span style="color: red;">+</span> [[σμήγμα]] «[[οτιδήποτε]] χρησιμεύει για καθαρισμό»].
}}
}}