3,277,002
edits
(6_21) |
(30) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''παίπᾰλον''': τό, [[ὄνομα]] οὐσιαστ. σχηματισθὲν ἐκ τοῦ [[παιπαλόεις]], παίπαλά τε κρημνούς τε, ἀπότομα μέρη καὶ κρ., Καλλ. εἰς Ἄρτ. 194, πρβλ. Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 261. | |lstext='''παίπᾰλον''': τό, [[ὄνομα]] οὐσιαστ. σχηματισθὲν ἐκ τοῦ [[παιπαλόεις]], παίπαλά τε κρημνούς τε, ἀπότομα μέρη καὶ κρ., Καλλ. εἰς Ἄρτ. 194, πρβλ. Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 261. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[παίπαλον]], τὸ (Α)<br />απότομο, δύσβατο [[μέρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποχωρητ. σχημ. από το επίθ. [[παιπαλόεις]] «[[τραχύς]], [[απότομος]]» (<b>βλ. λ.</b> [[παιπάλη]])]. | |||
}} | }} |