πάπραξ: Difference between revisions

30
(Bailly1_4)
(30)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ακος (ὁ) :<br />sorte de poisson de Thrace.<br />'''Étymologie:''' DELG sans doute mot thrace.
|btext=ακος (ὁ) :<br />sorte de poisson de Thrace.<br />'''Étymologie:''' DELG sans doute mot thrace.
}}
{{grml
|mltxt=-ακος, ό, Α<br />[[είδος]] ψαριού που ζούσε στις λίμνες της Θράκης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λ. πιθ. θρακικής προέλευσης. Κατά μία [[άποψη]], ο τ. θα μπορούσε να συνδεθεί με τα: [[πέρκη]] «[[πέρκα]]», [[περκνός]] «[[μαύρος]], [[μελανόστικτος]]», <i>πρακνόν</i><br /><i>μέλανα</i> (<b>Ησύχ.</b>), ενώ, κατ' άλλους, η λ. οφείλεται σε [[ονοματοποιία]] από τον υποτιθέμενο ήχο που παράγει το [[ψάρι]], ανάλογη με τον τ. [[παππάξ]] και τα [[βαβάζω]], [[βαβράζω]].
}}
}}