περαίτερος: Difference between revisions

31
(SL_2)
(31)
Line 21: Line 21:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[περαίτερος]] (comp. of [[πέραν]].) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[further]], [[longer]] ἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι (O. 9.105) adv., κεῖνα δὲ [[κεῖνος]] ἂν εἴποι ἔργα περαίτερον ἄλλων [[beyond]] (O. 8.63)
|sltr=[[περαίτερος]] (comp. of [[πέραν]].) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[further]], [[longer]] ἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι (O. 9.105) adv., κεῖνα δὲ [[κεῖνος]] ἂν εἴποι ἔργα περαίτερον ἄλλων [[beyond]] (O. 8.63)
}}
{{grml
|mltxt=-[[τέρα]], -ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται [[πέρα]] από κάποιον, ο [[παραπέρα]] («ἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>περαίτερον</i><br /><b>μτφ.</b> καλύτερα («κεῑνος ἂν εἴποι ἔργα περαίτερον ἄλλων», <b>Πίνδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίθ. έχει σχηματιστεί υποχωρητ., από τον συγκρ. [[περαιτέρω]] του [[πέρα]].
}}
}}