προσεκπνέω: Difference between revisions

34
(6_1)
(34)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''προσεκπνέω''': [[ἐκπνέω]] [[προσέτι]], Νικηφ. Χοῦμν. ἐν Boiss. Ἀνεκδ. τ. 5, σ. 331.
|lstext='''προσεκπνέω''': [[ἐκπνέω]] [[προσέτι]], Νικηφ. Χοῦμν. ἐν Boiss. Ἀνεκδ. τ. 5, σ. 331.
}}
{{grml
|mltxt=ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[βγάζω]] τον αέρα από τα αναπνευστικά μου όργανα επιπροσθέτως<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «προσεκπνεύσω τὸ πνεῡμα» — θα πεθάνω, Χούμν. Ν.<br /><b>αρχ.</b><br />εξατμίζομαι.
}}
}}