σπατάλιον: Difference between revisions

38
(6_22)
(38)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σπᾰτάλιον''': τό, φέρεται ὠσαύτως [[σπαθάλιον]], [[εἶδος]] ψελλίου, Tertull. Cult. Fem. 13· ὠσαύτως, [[τρόπος]] κτενίσματος τῆς [[κόμης]] εἰς ἕνα μόνον κόμβον ἢ κόρυμβον, Ἀποστ. Διαταγ. 1. 3. ἴδε Salmas. ad Solin. σ. 537.
|lstext='''σπᾰτάλιον''': τό, φέρεται ὠσαύτως [[σπαθάλιον]], [[εἶδος]] ψελλίου, Tertull. Cult. Fem. 13· ὠσαύτως, [[τρόπος]] κτενίσματος τῆς [[κόμης]] εἰς ἕνα μόνον κόμβον ἢ κόρυμβον, Ἀποστ. Διαταγ. 1. 3. ἴδε Salmas. ad Solin. σ. 537.
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, ΜΑ [[σπατάλη]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[τρόπος]] [[κουράς]] τών μαλλιών<br /><b>2.</b> [[προκλητικότητα]], [[έλλειψη]] σεμνότητας<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] βραχιολιού.
}}
}}